''ΤΟ ΠΟΤΑΜΑΚΙ''- ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΤΟΥ ΟΥΡΔΑ ΤΡΥΦΩΝΑ…
Περνούσε λίγα μέτρα μακριά από την αυλή μας. Φιδωτό μέσα στο χωριό,ίσιο όταν έβγαινε έξω και έφτανε κοντά μας. Ίσιο μάλιστα σε αρκετή απόσταση καιπροπάντωνεδώ σε μας όχι και τόσο βαθύ.
Για μένα ήταν το αγαπημένο μου ποταμάκι. Έτσι το έλεγα πάντοτε. Κάπως έτσιτο αποκαλούσαν και οι γονείς μου. Έτσι τις περισσότερες φορές και όλη η μικρή μας η γειτονιά!
Και πραγματικά. Μέσα στην κοίτη του το όμορφο αυτό στοιχείο της φύσης, σε συνδυασμό, βέβαια, με το μαγευτικόπεριβάλλον, κυλούσε τόσο ήρεμο, τόσο ήσυχο, που όταν πήγαινες κοντά του να το δεις ένοιωθες και εσύ μέσα στην ψυχή σου μια πηγαία και ασίγαστη γαλήνη.
Έτσι, πολλές ήταν οι φορές πουόταν ο δρόμος σε έβγαζε προς τα εδώ, κάτι το περίεργο να σε τραβά από το ρούχο για να κάτσεις μαζί του.Να μένεις με τις ώρες εκείστο πλάι τουκαι κουρασμένος «πεζοπόρος της ζωής»να απολαύσεις, ό,τι δεν μπορείςνα χαρείς σαν κοινωνικός άνθρωποςμέσα στην αφόρητη κίνηση του πολιτισμού μας και την ενοχλητική βοή της καθημερινότητας.
Νερό να τρέχει μέσα του. Νερό από χρυσάφι και ασήμι.Να περνάει πάνω από χίλιες λογιών πέτρες μεγάλες και μικρές, όλες με διαφορετικά χρώματα και στα σωθικά του να έχει για ανεκτίμητα δώρα εκείνο το γαλάζιο του ουρανού και τις αχτίνες του ήλιου. Και τα βράδια πάλι μέσα του τον ίδιο ουρανό, τώρα όμωςμε τα αστέρια να τρεμοσβήνουνστοσώμα του. Αυτές τις ώρες και τα δυο έμοιαζαν να ανοίγουν διάλογο μεταξύ τους και να κάνουν νυχτέρι τη μοναξιά τους.
Αλλά ποιος ξέρει; Μπορεί να ήταν και έτσι. Δεν τα βλέπουν και δεν τα ακούν όλα οι άνθρωποι!
Δίπλα του ακόμα,μόνιμη συντροφιά, τα τέσσερα-πέντε πλατάνιαμε τα καταπράσινα φύλλατους τα καλοκαίρια και τις ένα σωρό φωλιές πάνω στα κλωνάρια τους και με τα πουλιά να πετάν δεξιά και αριστερά, να φωνάζουν και να τιτιβίζουν τα καταμεσήμερα.
Επιπλέον, διψασμένα στοματάκια,τα μικρά αυτά δημιουργήματα,να κατεβαίνουν κάθε τόσο στις όχθες του προκειμένου να πιούν μια σταλιά από το δροσερόνεράκιτουή και να βρέξουν με αυτό τα βελούδινα φτεράκια τους. Χάρμα στα μάτια η όλη εικόνα και στην καρδιά μια υπέροχη αγαλλίαση!
Μαζί εδώ και τοαλαφρό και το απαλό αεράκι. Πιστό στα ραντεβού του δεν ξεχνούσεκαι αυτό να περάσειαπότο ποτάμι, να παίξει στα ψηλά με τα φύλλα των δέντρων και κάτω στη γη να χαϊδέψει με την ανάσα του κάθε ζωντανό οργανισμό που θα εύρισκε μπροστά του.
Στο διάβα του,ύστερα, δεν ξεχνούσενα ψάξει για να βρει επίσης και τις ιτιές, να κάτσει να παίξει και με αυτές πάνω στα λεπτά κλωνάρια τους και έτσι να τις δώσειλίγο από τηδροσερήκαι όλο ρυθμό ζωή του.
Περισσότερο, όμως,να δώσει σεαυτές τις «λιγνές κυρίες»,τις αιώνια σκυμμένες πάνω στο καλό μας ποταμάκι,λίγη χαρά, μήπως και χαμογελάσουν αλλά καιεπιτέλους σταματήσουννα κλαίνε τον χαμό του αγαπημένου τους αδερφού, του Φαέθοντα, κατά τον μύθο.
Τέλος,από το φύσημα του γλυκού αυτού ζέφυρου πάνω και στα δικά τους τα φύλλα ναακουστεί τρυφερόκαι το γνωστό σφύριγμα, που όπως λένεφέρνει την έμπνευση για να γράψουν μουσική, τραγούδια και ποιήματαοικαλλιτέχνες και οι λογοτέχνες.
Όλα,λοιπόν,στην περιοχή σε μια απίστευτη μαγική ροή και ακολουθία εκστατικών γεγονότων!
Ωστόσο, έπιανε και τομεσημέρι. Αλήθεια, αυτές τις ώρεςο τόποςπόσο υπερβολικά γινόταν ελκυστικός! Και μέχρι να πέσει ο ήλιος πόσο ακόμα περισσότερο! Γι'αυτό, κάθε μέρα τέτοιες στιγμές,ήταν αδύνατον να μη θέλεις να κάνεις μια βόλτα προς τα εδώ, το ποταμάκι, ιδίως τα καλοκαίρια που όλα γύρω σου ήταν βαμμένα με τα ομορφότερα χρώματα που είχε διαλέξει να βάλλει για το μέροςο Πλάστης και Δημιουργόςτους.
Επομένως, πώςθα μπορούσε ο καθένας μαςπου γνώριζε αυτόν τον παραδεισένιο τόπο, όλο αυτό το διάστημα μέχρι το βασίλεμα,να μην έχει τη σφοδρή επιθυμία και τη λαχτάρα να έρθειγια να κάτσει εδώ κάτω απ' τον παχύ ίσκιο των δέντρων;
Και μετά,πώς να μην έχει τη νοσταλγίαγια να ξαπλώσει στο ζωντανό και τρυφερό γρασίδι που απλωνότανκουβέρτα στα πόδια του για να πάρει έναν εναέριο ύπνο,έξω από το σπίτι του και μέσα στο σπλάχνο του συναρπαστικούαυτού μεγαλείου της φύσης;
Συντροφιά εδώ,σε αυτόντον εξαίσιο, απολαυστικό, υπέροχοπερίπατο, ίσως και ένα από εκείνα τα φορητά τρανζίστορ, περασμένο κατά τη διαδρομή στο χέρι με ένα λουράκι που διέθετε το ίδιο. Έτσι,απλά για να ακούει τα τραγούδια του και σε κάθε βήμα να ανεβαίνειη ρομαντική του διάθεσηγια τη ζωή.
Αλλά και για μένα, τον τότε μικρό και φαντασμένο μαθητή! Γιατί κάποιες φορές και εγώ να μην αράξω εδώ κατάχαμα, σταυρώσω τα πόδια μουκαι να διαβάσω ένα ξεκούραστο περιοδικό ή και να μελετήσω τα μαθήματα που είχα την επόμενη μέρα;
Πνευματική συγκέντρωσημια φορά,χωρίς την ενόχληση των άλλων με ανούσιες συνήθειες και τακτικές της καθημερινότητες,περιττά προβλήματα και στεναχώριες της ηλικίας που μου χαλούσαν τη διάθεση!Και όταν θα έδινα τέλος σεόλες αυτές τις μαθητικές μου υποχρεώσεις, ελεύθερος πια, γιατί να μη ζητήσω να μπω ξυπόλυτος μέσα στο ποταμάκι και αφού μαζέψω τα μανίκια μου,γιατί να μην κάτσω για να παίξω λίγο με το νερό, μιλώντας επιπλέον μαζί του και απαντώντας στο μόνιμο και ακαταλαβίστικο αλλά όλο νόημα και φαντασία βούισμά του;
Συμπαίκτεςσε αυτό το παιχνίδικαι τα μικρά και ευκίνητα ψαράκια. Όλη τους τη ζωή με τον φόβο στα μάτια, βλέποντας εμένα τον άγνωστο να παραβιάζει τον χώρο τους καιδυσαρεστημένα από την παρουσία μου,τρέχουν να κρυφτούν μέσα στις ρίζες των υδρόφυτων και κάτω από την ψιλή άμμο και τα χαλίκια.
Και όταν κάποτε ξαναβγαίνουν, τώρα πια ξεθαρρεμένα,κουνάν όλα μαζίτην ουρά τους και περιμένουν να απλώσω τα χέρια μου για να τα πιάσω.Και όταν το επιχειρώ,πάλι τρέχουν για να ξεφύγουν και να ξανακρυφτούν και έτσι το παιχνίδι καλά να κρατάει, μέχρι που κάποτε κάποιος απόεμάς τους παίχτεςθα βαρεθεί και θα τα παρατήσει.
Αλλά, τέλος,θα ήταναδύνατον να κλείσωεδώ τη διήγηση, αν δε μιλούσα και για την ξύλινη γεφυρούλα πάνω στο γλυκό μας ποταμάκι.Αυτό τολιτόκαι απλό κατασκεύασμα, ποιος ξέρει ποιανούχωριανού μας,εντελώς απαραίτητο για τον κόσμο του χωριού αλλά και ταιριαστό στολίδι στην όλη εικόνα του. Χρόνια τώρα περνάει στον απέναντι χωμάτινο δρόμο όποιον διαβάτη δε θέλει να βρέξει τα πόδια του.
Ακουμπισμένη στις δυο όχθες πάνω σε πελεκισμένες πέτρες και με τα ξύλινα πέταυρα καρφωμένα πάνω σε τοξωτά δοκάρια αφήνει ελεύθερο κάτω από την καμάρατηςνα τρέχει το νεράκι.Το ορφανό πρέπει να πραγματοποιήσει την επιθυμία του καινα πάει να συναντήσει τα άλλα τααδέρφια του τα ποτάμια.Και ύστερα, όλα μαζί να ξεχυθούν με το νεράκι τους, αν ποτέ θα το κατορθώσουν, στην αγκαλιά της μάνας τους, την απέραντη και γαλάζια θάλασσα.
Τρέχει κάτω από τη μικρή γεφυρούλαμας το νερό και μαζί του τρέχουν ο καιρός, τρέχουν τα χρόνια, ταάσχημακαι τα καλά πράγματα, τα αισθήματα καιτα συναισθήματα και τελειωμό δεν έχουν. Αλλά,όμως και πίσω δε γυρίζουν. Σταθεράεδώ, στα περάσματα των καιρών και ακλόνητα,στέκουνμόνο η γέφυρα και από κάτω της το ποταμάκι. Με περίσσειαδύναμη κρατάνπάνω τους το χθες, το σήμερα, το αύριο.
Βλέποντάς ταείτε από μακριάείτε και από κοντά νοιώθω να ξετυλίγονται μέσα μου κουβάρι οι αναμνήσεις του παρελθόντος.Και «ως εκ θαύματος» γυρίζω πίσω στη νιότη μου.Και επιπλέον! Ο αφελής έχω ακράδαντη την πεποίθηση ότιδεν πέρασε ούτε μια μέρα από τότε που ήμουν ένα μικρό, αμούστακο παιδάκι και εδώ ερχόμουνανα κάνω όνειρα για τη ζωή μου.
Γι' αυτό καιόλα σήμερα μου φαίνονται ίδια κι απαράλλαχτα.Ακόμα και τώρα που μόλις παίρνει να βραδιάζει και εγώ είμαι καθισμένος σε ένα από τα λιθάρια εκείνης της εποχήςκαι γράφω.Και αναπολώ όσα τότεέζησα με την παιδική μου ψυχή και αθωότηταστο ποταμάκι και με τη γεφυρούλα στην πλάτη του. Και το ένα και το άλλο στέκονται βοηθοί μου εδώ στο κείμενο.Σε κάθε του λέξη, πρόταση ή αν θέλετε και σελίδα.
Στη μια και μοναδική, τηνπάντοτε φεγγοβολούσα μέσα στη σκέψη μουδιαχρονική Δωροθέα. Αυτή του χτες και του σήμερα!
ΤΡΥΦΩΝ ΟΥΡΔΑΣ
04/11/2024